Η χρησιμότητα (utility) και το επίπεδο υιοθέτησης (adoption) ενός κρυπτονομίσματος είναι ενδεικτικά των πιθανοτήτων μελλοντικής επιτυχίας, και κατά συνέπεια, των πιθανοτήτων αύξησης της τιμής του. Όσο περισσότεροι χρήστες χρησιμοποιούν ένα κρυπτονόμισμα τόσο μεγαλύτερη είναι η αξία του δικτύου του. Παρακάτω παρουσιάζεται μια σειρά με χρήσιμα διαδικτυακά εργαλεία που μπορούν να βοηθήσουν τους επενδυτές της αγοράς κρυπτονομισμάτων να ερευνήσουν με αξιοπιστία την παρούσα χρήση και υιοθέτηση των σημαντικότερων δικτύων κρυπτονομισμάτων.
ΚΡΥΠΤΟΝΟΜΙΣΜΑΤΑ LAYER-1
Τι είναι τα κρυπτονομίσματα Layer-1?
Τα κρυπτονομίσματα Layer-1 αποτελούν πλήρως αυτόνομα δίκτυα. Πιο συγκεκριμένα τα Layer-1 αναφέρονται σε δίκτυα blockchain που μπορούν να επεξεργάζονται, να επικυρώνουν και να οριστικοποιούν συναλλαγές κρυπτογράφησης χωρίς την ανάγκη κανενός άλλου δικτύου. Τέτοια αυτόνομα δίκτυα περιλαμβάνουν τα Bitcoin, Ethereum, Solana, Avalanche, Binance, Cardano, Polkadot, Cosmos κλπ. Τα δίκτυα Layer-1 είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την αγορά κρυπτονομισμάτων καθώς παρέχουν την υποδομή για τη δημιουργία εφαρμογών (DAPPs) που τρέχουν πάνω τους, αλλά και για τη δημιουργία ολοκληρωμένων οικοσυστημάτων που περιλαμβάνουν αποκεντροποιημένες εφαρμογές DeFi, NFTs, κλπ.
Οι Δείκτες Διαχείρισης Χαρτοφυλακίου που Πρέπει να Γνωρίζουμε
Η ανάλυση αυτή του FxStreet.gr περιλαμβάνει εργαλεία αξιολόγησης της ιστορικής απόδοσης ενός χαρτοφυλακίου προσαρμοσμένη στον κίνδυνο. Αυτά τα εργαλεία είναι επίσης χρήσιμα για τη σύγκριση επενδυτικών στρατηγικών, δεικτών, ή ακόμα και της ιστορικής απόδοσης αμοιβαίων κεφαλαίων (Α/Κ) και κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds).
Συνδυάζοντας τον κίνδυνο και την απόδοση σε μια ενιαία συγκρίσιμη αξία
Υπάρχουν δύο κύριοι επενδυτικοί στόχοι: (i) η μεγιστοποίηση του κέρδους (Απόδοση), και (ii) η ελαχιστοποίηση των πιθανοτήτων απώλειας χρημάτων (Κίνδυνος). Συνδυάζοντας τον κίνδυνο και την απόδοση σε μια ενιαία αξία, οι επενδυτές μπορούν εύκολα να συγκρίνουν την πραγματική απόδοση διαφορετικών χαρτοφυλακίων. Αυτός ο συνδυασμός ονομάζεται απόδοση χαρτοφυλακίου προσαρμοσμένη στον κίνδυνο.
Η ανάλυση μας περιλαμβάνει τους ακόλουθους δείκτες απόδοσης χαρτοφυλακίου προσαρμοσμένους ως προς τον κίνδυνο:
(1) Δείκτης Sharpe (για όλα τα χαρτοφυλάκια ανεξαρτήτου ιδιαιτεροτήτων και διαφορών)
(2) Δείκτης Sortino (ευαισθησία στις αρνητικές αποδόσεις για χαρτοφυλάκια χαμηλού-ρίσκου)
(3) Treynor Measure ή Traynor Ratio (μόνο για καλά-διαφοροποιημένα χαρτοφυλάκια)
(4) Jensen Measure ή Jensen Alpha (μόνο για καλά-διαφοροποιημένα χαρτοφυλάκια)
(5) Δείκτης Calmar (για χαρτοφυλάκια χαμηλού-ρίσκου)
(6) Δείκτης MAR (για χαρτοφυλάκια χαμηλού-ρίσκου)
(7) Δείκτης Omega (χρήση δείκτη αναφοράς, για σύνθετα χαρτοφυλάκια)
(8) Information Ratio (χρήση δείκτη αναφοράς, π.χ. δείκτης S&P 500)
Δείκτης Sharpe Ratio
■ Χρήση: Γενικά Χαρτοφυλάκια | Στρατηγικές | Περιουσιακά στοιχεία
■ Εναλλακτικοί Δείκτες: Δείκτης Sortino | Δείκτης Omega
Το Sharpe Ratio δημιουργήθηκε το 1966 από τον William F. Sharpe και αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή εργαλείο διαχείρισης χαρτοφυλακίου. Το Sharpe Ratio μετρά την ποιότητα ενός χαρτοφυλακίου όχι μόνο με βάση την απόδοση του, αλλά και με βάση τη διαφοροποίηση του. Η διαφοροποίηση υπολογίζεται με βάση την τυπική απόκλιση (standard deviation).
Όταν το Sharpe Ratio υπερβαίνει την μονάδα (1.0) η ιστορική απόδοση ενός χαρτοφυλακίου θεωρείται πολύ καλή. Για παράδειγμα, το «Amundi ETF Nasdaq 100» μεταξύ τα μέσα του 2007 και τα μέσα του 2022 προσέφερε μια μέση ετήσια απόδοση 16.4% ενώ εμφανίζει ένα Sharpe Ratio μόλις 0.93. Άρα γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι εάν το Sharpe Ratio βρεθεί άνω τις μονάδας σε μια περίοδο άνω της δεκαετίας το χαρτοφυλάκιο έχει διαχειριστεί πάρα πολύ σωστά.
Εκτός από την διαφοροποίηση ενός χαρτοφυλακίου, που όπως αναφέρθηκε υπολογίζεται με την τυπική απόκλιση, το Sharpe Ratio συνυπολογίζει και την υπερβάλλουσα απόδοση ενός χαρτοφυλακίου σε σχέση με το risk-free rate της αγοράς. Αυτός είναι ο τύπος του Sharpe Ratio:
■ Sharpe Ratio = { (PR − RFR) / SD(p) }
όπου :
□ PR= Απόδοση του Χαρτοφυλακίου
□ RFR = Risk-Free Rate (Απόδοση χωρίς κίνδυνο, όπως π.χ. η ετήσια απόδοση που προκύπτει διακρατώντας ένα κρατικό ομόλογο)
□ SD(p) = Τυπική απόκλιση (standard deviation) της απόδοσης του χαρτοφυλακίου
Δείκτης CVD (Cumulative Volume Delta)
O CVD είναι ένας ισχυρός και πολύ χρήσιμος δείκτης όγκου συναλλαγών που μπορεί να υποδείξει την αλλαγή της τάσης μιας χρηματιστηριακής αξίας. Μπορείτε να συνδυάσετε τις ενδείξεις του CVD με άλλα εργαλεία τεχνικής ανάλυσης ώστε να επιβεβαιώσετε τεχνικά σήματα και κινήσεις σας στην αγορά.
■ Χρήση: σήματα αγορών/πωλήσεων και επιβεβαίωση των σημάτων άλλων δεικτών
■ Χρονοδιάγραμμα: συνιστάται η χρήση διαγραμμάτων άνω της μιας ώρας (H1)
■ Αλγόριθμος: πολλαπλασιάζει τον όγκο συναλλαγών επί την δύναμη των αγοραστών/πωλητών. Στην συνέχεια συσσωρεύει τα αποτελέσματα για μια συγκεκριμένη περίοδο που προσδιορίζει ο χρήστης
Ο όγκος συναλλαγών είναι μια βασική πληροφορία που συνήθως υποτιμάται από τους περισσότερους traders. Σε γενικές γραμμές, η τιμή μιας χρηματιστηριακής αξίας και ο όγκος συναλλαγών της πρέπει να κινούνται σε τέλεια αρμονία. Οποιαδήποτε απόκλιση μεταξύ της τάσης της τιμής και του όγκου συναλλαγών μπορεί να αποτελέσει μια πρώιμη ένδειξη απρόβλεπτων συνθηκών στην αγορά.
Read more: Όγκος Συναλλαγών και ο πολύ καλός Τεχνικός Δείκτης CVD